Το
πείραμα του μαγικού αριθμού 7 δημοσιεύτηκε το 1956 από τον γνωστικό ψυχολόγο George Α. Miller του Τμήματος
Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Princeton στο επιστημονικό περιοδικό Psychological
Review. Στο άρθρο του ο Miller, συζήτησε την συνύπαρξη μεταξύ των ορίων της
μονοδιάστατης απόλυτης κρίσης και των ορίων της βραχυπρόθεσμης μνήμης.
Σε
μονοδιάστατες διεργασίες απόλυτης κρίσης, παρουσιάζονται στο άτομο αριθμός
ερεθισμάτων τα οποία διαφέρουν σε μια διάσταση (π.χ. 10 διαφορετικοί τόνοι οι
οποίοι διαφέρουν μόνο ανά χρωματισμό φωνής), ο στόχος των συμμετεχόντων ήταν να
ανακαλέσουν τους διαφορετικούς χρωματισμούς φωνής. Η απόδοση των υποψηφίων ήταν
σχεδόν τέλεια μέχρι και στα 6 ερεθίσματα, αλλά πέφτει απότομα όσο ανεβαίνουν τα
ερεθίσματα μετά τα 7. Αυτό σημαίνει ότι η μέγιστη απόδοση ενός ανθρώπου στην
απόλυτη μονοδιάστατη κρίση μπορεί να περιγραφεί και ως μνήμη με μέγιστη
χωρητικότητα περίπου 2 έως 3 bits, με την ικανότητα διάκρισης μεταξύ τεσσάρων
και οκτώ εναλλακτικές.
Από το
πείραμα αυτό προέκυψε ο λεγόμενος "νόμος του Μίλερ", ο μαγικός
αριθμός 7 επισημαίνει ότι ο αριθμός των αντικειμένων που ένας μέσος άνθρωπος
μπορεί να κρατήσει στη μνήμη εργασίας του είναι 7 ± 2. Αυτό σημαίνει ότι η
χωρητικότητα της ανθρώπινης μνήμης συνήθως περιλαμβάνει χορδές λέξεων ή έννοιες
που κυμαίνονται από 5-9 χαρακτήρες. Αυτές οι πληροφορίες σχετικά με τα όρια της
ικανότητας επεξεργασίας πληροφοριών έγιναν ένα από τα πλέον αναφερόμενα άρθρα
στην ψυχολογία. Σε πρακτικό επίπεδο, πολλοί κανονισμοί ευχρηστίας για λογισμικά
προγράμματα και δημιουργίας ιστοσελίδων έχουν βασιστεί στην θεωρία αυτού του
πειράματος, και συμπεριλαμβάνουν στο μενού πλοήγησης 7 ± 2 στοιχεία.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου